Οι αλλόκοτες συνήθειες των Λακεδαιμονίων, για τον γάμο, τον έρωτα, την τεκνοποίηση και την μοιχεία. Ο θρύλος για ανταλλαγές γυναικών ανάμε...
Οι αλλόκοτες συνήθειες των Λακεδαιμονίων, για τον γάμο, τον έρωτα, την τεκνοποίηση και την μοιχεία. Ο θρύλος για ανταλλαγές γυναικών ανάμεσα σε πολεμιστές για να γεννιούνται γερά παιδιά. Οι διαφορές τους από τις υπόλοιπες κοινωνίες της αρχαίας Ελλάδας.
Ας πούμε μερικά πράγματα για τον τρόπο ζωής στην αρχαία Σπάρτη, αυτή την παράξενη και μοναδική κοινωνία του τότε ελλαδικού χώρου, που παρά το γεγονός ότι ήταν ενσωματωμένη στον ελληνικό κόσμο και μάλιστα ως ηγέτιδα δύναμη, ακολουθούσε εντελώς δικούς της κανόνες, ανεπηρέαστη από τα ήθη της εποχής. Ως γνωστόν, η ζωή της Σπαρτιάτισσας γυναίκας ήταν τελείως διαφορετική απ’ αυτή των υπολοίπων Ελληνίδων.
Ενώ παντού αλλού οι γυναίκες ήταν κλεισμένες στο σπίτι και η βασική τους αποστολή ήταν η γέννηση και η ανατροφή των παιδιών, στην στρατοκρατούμενη Σπάρτη η οικονομία ακουμπούσε πάνω στους ώμους των γυναικών. Οι άνδρες ήταν μονίμως στους στρατώνες, στις ασκήσεις ή στους πολέμους, τα αγόρια μετά από την ηλικία των πέντε ετών τα ανέτρεφε η πόλη, ενώ οι γυναίκες ήταν υπεύθυνες για τη διαχείριση της οικογενειακής περιουσίας και την επιβίωση του σπιτικού. Έπαιρναν στρατιωτική εκπαίδευση, ενώ κυκλοφορούσαν και γυμνάζονταν ημίγυμνες, πράγμα αδιανόητο για τους υπόλοιπους Έλληνες.
Ο Πλούταρχος, από τον οποίο παίρνουμε τις περισσότερες πληροφορίες, αναφέρει ότι στη Σπάρτη υπήρχε μεν αιδώς, αλλά δεν υπήρχε ακολασία. Οι γάμοι τους ήταν εντελώς παράξενοι και περιείχαν όλοι το συμβολικό στοιχείο της αρπαγής. «Την απαχθείσα» γράφει ο Πλούταρχος, «παραλαμβάνει η λεγόμενη νυμφεύτρια, τη ντύνει με αντρικά ρούχα και σανδάλια, την κουρεύει σύριζα και την πλαγιάζει μόνη σ’ ένα στρώμα από καλάμια. Ο γαμπρός ζει όλη μέρα στον στρατώνα, φεύγει κρυφά το βράδυ, πάει στο σπίτι, συνευρίσκεται για λίγο μαζί της στο σκοτάδι και ξαναφεύγει για να πάει να κοιμηθεί μαζί με τους συντρόφους του.» Αυτό γινόταν για μακρύ χρονικό διάστημα και υπήρχαν Σπαρτιάτες που απέκτησαν παιδιά δίχως να έχουν αντικρύσει τη γυναίκα τους με το φως της μέρας. Στόχος του γάμου δεν ήταν ούτε η αγάπη, ούτε η ηδονή, αλλά η απόκτηση δυνατών παιδιών που θα ήταν οι αυριανοί στρατιώτες της πόλης.
Στα πλαίσια αυτής της αντίληψης αναπτύχθηκε και η διάσημη φιλολογία για τις ανταλλαγές γυναικών ανάμεσα στους Σπαρτιάτες. Στην πόλη δεν υπήρχε η έννοια της μοιχείας, ούτε υπήρχε νόμος για να την καταπολεμά. Αν μια γυναίκα είχε γερό άντρα δεν ήταν νοητό να τον απατήσει, ενώ αν κάποιος γερνούσε και είχε νέα γυναίκα μπορούσε δίχως παρεξήγηση να την παραχωρήσει σε κάποιον δυνατό πολεμιστή για να γεννήσει γερά παιδιά. Ούτως ή άλλως, τα τέκνα θεωρούνταν παιδιά της πόλης και όχι του ζευγαριού. Κατά τον ίδιο τρόπο, ένας νεαρός Σπαρτιάτης μπορούσε να ζητήσει την άδεια από τον σύζυγο κάποιας γυναίκας να τεκνοποιήσει μαζί της, δίχως να δημιουργηθεί πρόβλημα μεταξύ τους.
Ορισμένοι μελετητές, συνυπολογίζοντας την αυτονομία κινήσεων που είχαν οι γυναίκες, υποστήριξαν ότι αυτές οι ανταλλαγές γίνονταν με την αποδοχή ή και με πρωτοβουλία των ίδιων των γυναικών, οι οποίες ήθελαν γερά παιδιά διότι έτσι ανέβαινε το δικό τους κύρος. Είναι πιθανό επίσης, κάτι τέτοιο να συνηθιζόταν όταν το ζευγάρι μετά από αρκετό χρόνο συνευρέσεων δεν αποκτούσε παιδί, καθώς είναι γνωστό ότι η κοινωνία της Λακεδαίμονος περιφρονούσε βαθιά όσους δεν άφηναν απογόνους. Ποτέ δεν θα ξεκαθαρίσει ιστορικά αυτό το ζήτημα, καθώς η Σπάρτη άφησε ελάχιστες γραπτές πηγές.
Το πλαίσιο αυτό, που μεταφέρεται βέβαια πολύ εξιδανικευμένο και έξω από τα ανθρώπινα μέτρα και πάθη, δημιουργούσε την αίσθηση ότι η μοιχεία ήταν κάτι άγνωστο στην αρχαία Σπάρτη. Ο περίφημος διάλογος ανάμεσα στον Σπαρτιάτη Γεράδα και έναν ξένο, αποδίδει όσα πίστευαν στην πόλη. «Σε ποια ποινή υπόκεινται οι μοιχοί στη Σπάρτη;» ρώτησε ο ξένος. «Στη Σπάρτη, ουδείς γίνεται μοιχός» απάντησε ο Γεράδας. «Κι αν γίνει;» «Τότε πληρώνει πρόστιμο έναν ταύρο τόσο μεγάλο, που όταν σκύβει από την κορυφή του Ταϋγέτου, μπορεί να πιεί νερό απ’ τον Ευρώτα.» «Και πως είναι δυνατόν να υπάρχει τόσο μεγάλος ταύρος;» ρώτησε έκπληκτος ο ξένος. «Και πως είναι δυνατόν να γίνει κανείς μοιχός στη Σπάρτη;» ανταπάντησε ο γέρο Σπαρτιάτης
Ας πούμε μερικά πράγματα για τον τρόπο ζωής στην αρχαία Σπάρτη, αυτή την παράξενη και μοναδική κοινωνία του τότε ελλαδικού χώρου, που παρά το γεγονός ότι ήταν ενσωματωμένη στον ελληνικό κόσμο και μάλιστα ως ηγέτιδα δύναμη, ακολουθούσε εντελώς δικούς της κανόνες, ανεπηρέαστη από τα ήθη της εποχής. Ως γνωστόν, η ζωή της Σπαρτιάτισσας γυναίκας ήταν τελείως διαφορετική απ’ αυτή των υπολοίπων Ελληνίδων.
Ενώ παντού αλλού οι γυναίκες ήταν κλεισμένες στο σπίτι και η βασική τους αποστολή ήταν η γέννηση και η ανατροφή των παιδιών, στην στρατοκρατούμενη Σπάρτη η οικονομία ακουμπούσε πάνω στους ώμους των γυναικών. Οι άνδρες ήταν μονίμως στους στρατώνες, στις ασκήσεις ή στους πολέμους, τα αγόρια μετά από την ηλικία των πέντε ετών τα ανέτρεφε η πόλη, ενώ οι γυναίκες ήταν υπεύθυνες για τη διαχείριση της οικογενειακής περιουσίας και την επιβίωση του σπιτικού. Έπαιρναν στρατιωτική εκπαίδευση, ενώ κυκλοφορούσαν και γυμνάζονταν ημίγυμνες, πράγμα αδιανόητο για τους υπόλοιπους Έλληνες.
Ο Πλούταρχος, από τον οποίο παίρνουμε τις περισσότερες πληροφορίες, αναφέρει ότι στη Σπάρτη υπήρχε μεν αιδώς, αλλά δεν υπήρχε ακολασία. Οι γάμοι τους ήταν εντελώς παράξενοι και περιείχαν όλοι το συμβολικό στοιχείο της αρπαγής. «Την απαχθείσα» γράφει ο Πλούταρχος, «παραλαμβάνει η λεγόμενη νυμφεύτρια, τη ντύνει με αντρικά ρούχα και σανδάλια, την κουρεύει σύριζα και την πλαγιάζει μόνη σ’ ένα στρώμα από καλάμια. Ο γαμπρός ζει όλη μέρα στον στρατώνα, φεύγει κρυφά το βράδυ, πάει στο σπίτι, συνευρίσκεται για λίγο μαζί της στο σκοτάδι και ξαναφεύγει για να πάει να κοιμηθεί μαζί με τους συντρόφους του.» Αυτό γινόταν για μακρύ χρονικό διάστημα και υπήρχαν Σπαρτιάτες που απέκτησαν παιδιά δίχως να έχουν αντικρύσει τη γυναίκα τους με το φως της μέρας. Στόχος του γάμου δεν ήταν ούτε η αγάπη, ούτε η ηδονή, αλλά η απόκτηση δυνατών παιδιών που θα ήταν οι αυριανοί στρατιώτες της πόλης.
Στα πλαίσια αυτής της αντίληψης αναπτύχθηκε και η διάσημη φιλολογία για τις ανταλλαγές γυναικών ανάμεσα στους Σπαρτιάτες. Στην πόλη δεν υπήρχε η έννοια της μοιχείας, ούτε υπήρχε νόμος για να την καταπολεμά. Αν μια γυναίκα είχε γερό άντρα δεν ήταν νοητό να τον απατήσει, ενώ αν κάποιος γερνούσε και είχε νέα γυναίκα μπορούσε δίχως παρεξήγηση να την παραχωρήσει σε κάποιον δυνατό πολεμιστή για να γεννήσει γερά παιδιά. Ούτως ή άλλως, τα τέκνα θεωρούνταν παιδιά της πόλης και όχι του ζευγαριού. Κατά τον ίδιο τρόπο, ένας νεαρός Σπαρτιάτης μπορούσε να ζητήσει την άδεια από τον σύζυγο κάποιας γυναίκας να τεκνοποιήσει μαζί της, δίχως να δημιουργηθεί πρόβλημα μεταξύ τους.
Ορισμένοι μελετητές, συνυπολογίζοντας την αυτονομία κινήσεων που είχαν οι γυναίκες, υποστήριξαν ότι αυτές οι ανταλλαγές γίνονταν με την αποδοχή ή και με πρωτοβουλία των ίδιων των γυναικών, οι οποίες ήθελαν γερά παιδιά διότι έτσι ανέβαινε το δικό τους κύρος. Είναι πιθανό επίσης, κάτι τέτοιο να συνηθιζόταν όταν το ζευγάρι μετά από αρκετό χρόνο συνευρέσεων δεν αποκτούσε παιδί, καθώς είναι γνωστό ότι η κοινωνία της Λακεδαίμονος περιφρονούσε βαθιά όσους δεν άφηναν απογόνους. Ποτέ δεν θα ξεκαθαρίσει ιστορικά αυτό το ζήτημα, καθώς η Σπάρτη άφησε ελάχιστες γραπτές πηγές.
Το πλαίσιο αυτό, που μεταφέρεται βέβαια πολύ εξιδανικευμένο και έξω από τα ανθρώπινα μέτρα και πάθη, δημιουργούσε την αίσθηση ότι η μοιχεία ήταν κάτι άγνωστο στην αρχαία Σπάρτη. Ο περίφημος διάλογος ανάμεσα στον Σπαρτιάτη Γεράδα και έναν ξένο, αποδίδει όσα πίστευαν στην πόλη. «Σε ποια ποινή υπόκεινται οι μοιχοί στη Σπάρτη;» ρώτησε ο ξένος. «Στη Σπάρτη, ουδείς γίνεται μοιχός» απάντησε ο Γεράδας. «Κι αν γίνει;» «Τότε πληρώνει πρόστιμο έναν ταύρο τόσο μεγάλο, που όταν σκύβει από την κορυφή του Ταϋγέτου, μπορεί να πιεί νερό απ’ τον Ευρώτα.» «Και πως είναι δυνατόν να υπάρχει τόσο μεγάλος ταύρος;» ρώτησε έκπληκτος ο ξένος. «Και πως είναι δυνατόν να γίνει κανείς μοιχός στη Σπάρτη;» ανταπάντησε ο γέρο Σπαρτιάτης
Δεν υπάρχουν σχόλια
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.